Άκοντες Μάρτυρες ή καρέκλα του Προυστ
Ήταν ένα παράξενο όνειρο... Η Λευκωσία έμοιαζε με πόλη του «Φαρ Ουέστ». Οι δρόμοι της πόλης ήταν ερημωμένοι ενώ τους έδερνε αλύπητα ο ήλιος. Κινηματογραφική πολιτεία λες και ξεπήδησε από Western με τον John Wayne. Μια άγνωστη γυναίκα φθάνει μόνη της στην πόλη. Δεν κυκλοφορεί κανείς πεζός εκτός από λίγους στον κεντρικότερο δρόμο, που φέρει το όνομα ενός αινιγματικού κληρικού. Σημάδια εγκατάλειψης, κλειστής κοινωνίας. Περπατά για ώρα μόνη στην πολιτεία. Τρομοκρατημένοι περίοικοι την κοιτούν με καχυποψία, γίνονται λαγοί στη θωριά της ξένης. Οι γυναίκες κλείνουν τα παντζούρια τους. Κάποια στιγμή διψά. Μπαίνει σε ένα saloon. Εκεί μέσα τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο. Γης Μαδιάμ. Το bar διαλυμένο, οι τοίχοι ρημαγμένοι, γεμάτοι σφαίρες, ο καθρέφτης σπασμένος, οι καρέκλες σαράβαλα, τα αντικείμενα σημαδεμένα... Ένα πιάνο είναι κρεμασμένο από τις χορδές του στο ταβάνι. Ρωτά ένα Πακιστανό που είναι ο Σερίφης. Της απάντα: «΄Εχει εξαφανισθεί... πάει καιρός...». Νιώθει πώς κάτι σκληρό έχει συμβεί σε αυτόν τον τόπο. Δεν υπάρχει όμως ανθρώπινη ομολογία. Κανείς δεν το λέει ανοιχτά. Το μόνο που το μαρτυρεί είναι τα ίδια τα πράγματα.
Στην Παλιά Ηλεκτρική ή Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας (από τις 06 Ιουνίου μέχρι τις 2 Αυγούστου 2009), η Αμερικανή Εlizabeth Doering, παίρνει «κατάθεση» από εικοσιπέντε αντικείμενα παρουσιάζοντας την εγκατάσταση: «Αντικείμενα-Αυτόπτες Μάρτυρες» (Things, Witnesses!). Πρόκειται για μια σειρά, έναν «ορατό θίασο» από καρέκλες, τραπεζάκια, κρεβάτια, πολυθρόνες, αναπαυτικές, οι οποίες έχουν ανασηκωθεί τεχνηέντως από το έδαφος με την υποστήριξη ειδικών συρμάτων. Κάθε σκεύος έχει το δικό του δίκτυο από σύρματα, το οποίο συνδέεται με ένα μηχανισμό που του χαρίζει κίνηση. Τη γραπτή κατάθεση όμως δεν την παίρνει η ίδια για λογαριασμό τους αλλά τα ίδια τα αντικείμενα είναι εξοπλισμένα με έναν ατομικό, αυτοσχέδιο διαβήτη, ο οποίος είναι τοποθετημένος στο ένα από τα άκρα τους και που ανά τακτά χρονικά διαστήματα διαπράττει ένα «χειρογράφημα» ή «υπογράφει» πάνω σε ένα φύλο χαρτί τοποθετημένο σε μια πλάκα στο πάτωμα.
Η Doering σε αυτό το εγχείρημα προσπαθεί να εκμαιεύσει τις μαρτυρίες όχι ανθρώπων αλλά των ίδιων των πραγμάτων. Πολίτες από τις δύο πλευρές της Λευκωσίας δάνεισαν στην εικαστικό αντικείμενα που συγκεντρώνουν πάνω τους μαρτυρίες τουλάχιστον τριών δεκαετιών. Οι καρέκλες και τα υπόλοιπα έπιπλα, καθώς ανυψώθηκαν, έχουν απολέσει την χρηστικότητά τους ως οικιακά σκεύη. Έχοντας ανασηκωθεί, είναι σαν να έχουν ανεβεί σε ένα ιδιότυπο βήμα για να μιλήσουν. Στον αντίποδα της ανύψωσης βρίσκεται η επαφή τους με το έδαφος. Ο διαβήτης λειτουργεί σαν μια θεμελιώδης γείωση. Το δίπολο μεταξύ διαβήτη-γείωσης και κεραίας-σύρματος ισορροπεί στο μετέωρο, «πληγωμένο» σώμα.
Τα πράγματα αποσιωπούν την πλευρά της προέλευσης τους προτείνοντας έναν πιο ενιαίο ή αντιδογματικό τρόπο αντιμετώπισης των πραγμάτων. Από την στιγμή που αποτραβήχθηκαν, απομακρύνθηκαν από τον ιδιοκτήτη τους, κανείς δεν ξέρει με σιγουριά σε ποια πλευρά της πόλης ανήκουν. Από την στιγμή που λειτουργούν πλέον ανεξάρτητα από τη διαμεσολάβηση της Doering έχουν γίνει τα ίδια «αυτουργοί» των χειρογραφημάτων τους. Λειτουργούν πλέον αυτόνομα, σαν μάρτυρες της ύπαρξής τους και των σημαδιών που φέρει αυτή πάνω στα μέλη τους. Κρεμασμένα ή μετέωρα για ώρες πιθανόν να έχουν αποκτήσει μια συλλογική, «μαρτυρική» ιδιότητα.
Στην εγκατάσταση «Αντικείμενα-Αυτόπτες Μάρτυρες» η Doering παίρνει προσεκτικά μια κατάθεση από τα αντικείμενα και τα βάζει να την υπογράψουν. Αυτό που ίσως καλείται να εξακριβώσει ιδίοις όμμασι ο θεατής - πριν προχωρήσει μόνος του - είναι αν η κοινή κατάθεση διαμαρτυρίας των πραγμάτων είναι αληθής, γιατί τελικά κανένας πολίτης, καμιά πλευρά δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα και σιγουριά αν η υπογραφή των αντικειμένων, το τελικό σημάδι ομοιάζει περισσότερο με περίτεχνο βυζαντινό καλλιγράφημα ή με ιδεώδες μουσουλμανικό αραβούργημα.
No comments:
Post a Comment